Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δουκάτο (νόμισμα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια



Αυστριακό δουκάτο του 1584, επί ηγεμονίας του Βοημού Γουλιέλμου φον Ρόζεμπεργκ.

Το δουκάτο υπήρξε χρυσό νόμισμα, σε ευρεία κυκλοφορία εντός της Ευρώπης προ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σταθερή του αξία ήταν το βάρος του, το οποίο υπολογίζεται σε 3,4909 γραμμάρια καθαρού χρυσού, .986 βαθμών καθαρότητας.

Ιστορικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα δουκάτα κόβονται το 1140, επί βασιλείας του Ρογήρου Β΄ της Σικελίας, και φέρουν αφενός τη μορφή του Ιησού και αφετέρου την επιγραφή στα λατινικά Sit tibi, Christe, datus, quem tu regis iste ducatus. Η φράση αποτελεί μετάφραση του εδαφίου "ἐπιδείξατέ μοι τὸ νόμισμα τοῦ κήνσου. οἱ δὲ προσήνεγκαν αὐτῷ δηνάριον", από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον (22:19).

Το 1284 το δουκάτο αρχίζει να χρησιμοποιείται στη Βενετία, επί ηγεμονίας του Δόγη Τζιοβάννι Ντάντολο (1280-1289), αρχικά ως δουκάτο (ducato) και από το 1554 ως zecchino (προφ. τσεκκίνο). Στη μία του όψη εμφανίζεται ο Δόγης υποκλινόμενος στον Άγιο Μάρκο και ο Ιησούς στην άλλη. Από τον Μεσαίωνα το δουκάτο υπήρξε εξαιρετικά δημοφιλές, καθώς η κοπή του ήταν εύκολη, ενώ το μικρό του μέγεθος το καθιστούσε πολύ εύχρηστο, καθώς είχε μεγάλη αξία. Πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και κράτη (κυρίως στην ανατολική Ευρώπη) εξέδωσαν πολλαπλές σειρές δουκάτων, ενώ το βάρος του καθιερώθηκε στο Βασίλειο της Ουγγαρίας. Για μια μεγάλη περίοδο όλα τα ξένα νομίσματα ονομαζόντουσαν Ongri -η βενετική εκδοχή της λέξης Ούγγροι- καθώς εκεί είχε συγκεντρωθεί ο μεγαλύτερος όγκος του παγκόσμιου εμπορίου της εποχής. Στη Γερμανία εισήχθησαν μεταγενέστερα.

Το Χρυσόβουλο του 1356 που εξέδωσε ο Κάρολος Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έδινε σε όλα τα μέλη της αυτοκρατορίας το δικαίωμα έκδοσης χρυσών νομισμάτων, με τη σφραγίδα της επιλογής τους· εντούτοις, τα νομίσματα αυτά χαρακτηρίζονται χρυσά φλωρίνια, αξίας αντίστοιχης με το ιταλικό φλωρίνι. Το δουκάτο καθιερώνεται ως νόμισμα πανευρωπαϊκής χρήσης το 1556, κατόπιν αυτοκρατορικού διατάγματος και παραμένει σ' αυτό το καθεστώς μέχρι το 1857. Η ιστορία του περιπλέκεται περαιτέρω με την έκδοση αργυρών δουκάτων σε αρκετά ευρωπαϊκά κράτη, ενώ ακόμη και στις μέρες μας το Βασιλικό Ολλανδικό Νομισματοκοπείο εκδίδει αργυρά δουκάτα βάρους 28,25 γρ.

Ο πλέον διαδεδομένος τύπος δουκάτου υπήρξε αυτό της Ολλανδίας, το οποίο φέρει τη μορφή ενός αρματωμένου· η μορφή αυτή συνδέθηκε παροδικά με το πρόσωπο του Λουδοβίκου Β΄ της Φλάνδρας. Αναπόσπαστο κομμάτι του εμπορίου της εποχής, υπήρξε θύμα συχνών παραχαράξεων, κυρίως από την περιοχή Γκρισόν της Ελβετίας. Τα πλαστά δουκάτα ήταν σχεδόν πανομοιότυπα με τα αυθεντικά, τόσο στο βάρος, όσο και στην όψη αλλά και τον ήχο τους.

Σύμφωνα με το Λεξικό Ουέμπστερ του 1913, το δουκάτο είχε αξία ίση με "εννέα σελίνια και τέσσερις πένες [Αγγλίας], ή κάτι παραπάνω από δύο δολάρια [44 δολάρια Αμερικής, σε τιμές 2010]. Το αργυρό δουκάτο έχει περίπου τη μισή αξία". Στην πραγματικότητα η αξία ενός δουκάτου δεν είχε συγκεκριμένη συναλλαγματική ισοτιμία, ενώ ακόμη και στις μέρες μας κάποια εθνικά νομισματοκοπεία κόβουν ορισμένες παρτίδες δουκάτα σε παλαιά σχέδια, τα οποία απευθύνονται αποκλειστικά σε συλλέκτες και ιδιώτες επενδυτές.

Νομισματοκοπεία δουκάτων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]